[ "Η Γη" ~ Patchwork by Vasileios Kilitslis]
Θυμάσαι εκείνη την νύχτα που αφόπλισες την υψηλή υγρασία με ένα πεφταστέρι;
Ήταν ξημέρωμα όταν όπλισες τα χέρια σου, αρμάτωσες την φιγούρα σου και με μια ισχυρή εκπνοή έστειλες τη μυρωδιά από το φρέσκο θυμάρι στους δρόμους της μακρινής πόλης.
Ήταν ηλιοβασίλεμα σε λίμνη, όταν σαν τον ξενομπάτη, άπλωσες βήματα σε αφρούς και σε ασφάλτους, σε βυθούς και σε πατώματα, σε σπαρτά και σε αμμολόφους.
Κάπως έτσι είναι οι σιωπές. Μοιάζουν με μάτια γαρύφαλλα. Πίνουν υπόγεια υγρά και αδειάζουν χρώματα πάνω σε χώματα. Μυρίζει άνοιξη.
Φυτρώνουν κεραμίδια στις πλάτες σου και γιασεμιά στα χείλη σου. Μυρίζει καλοκαίρι.
Τα νύχια σου φθαρμένα από ώχρες και χάδια, σαν φύλλα σκιτσάρουν το έδαφος. Μυρίζει φθινόπωρο.
Τα νύχια σου φθαρμένα από ώχρες και χάδια, σαν φύλλα σκιτσάρουν το έδαφος. Μυρίζει φθινόπωρο.
Τα πέλματά σου ζεστά από τις πέτρες. Τα γόνατά σου λαβωμένα απ’ τον βοριά. Ανθισμένες αμυγδαλιές τα μαλλιά σου. Μυρίζει χειμώνας.
Μιλώ με εσένα που κάθεσαι στο πλάι μου. Ακούω τον πρωτόγονο παλμό της καρδιάς σου να πάλλεται πότε σαν πάλσαρ και πότε σαν μεγάλη πρισματική πηγή. Ευλογημένα τα κύματα σαν στροβιλίζονται στις όχθες περιοδικά και διακλαδίζονται σαν φλέβες στο κορμί σου.
Μιλώ με εσένα που έφερες χρώματα μαζί σου από τις διακοπές και χώματα από τις ενοχές.
Μιλώ με εσένα που κάθεσαι στο πλάι μου. Ακούω τον πρωτόγονο παλμό της καρδιάς σου να πάλλεται πότε σαν πάλσαρ και πότε σαν μεγάλη πρισματική πηγή. Ευλογημένα τα κύματα σαν στροβιλίζονται στις όχθες περιοδικά και διακλαδίζονται σαν φλέβες στο κορμί σου.
Μιλώ με εσένα που έφερες χρώματα μαζί σου από τις διακοπές και χώματα από τις ενοχές.
Βγήκες ήσυχα σαν θηρίο από την σπηλιά σου και με γέννησες. Σε μια ηλιόλουστη βραχώδη ταράτσα με έπλεξες σαν αυτοσχέδιο φυλαχτό στο πάθος σου. Κάπως έτσι είναι η κραυγή. Κάπως έτσι κι ένα φιλί στο στόμα. Σαν σκόνη που σηκώνεται ψηλά και γίνεται πέπλο που διαθλά τους στόχους σου.
Περπάτησε μαζί μου κι άκουσε τον ήχο της σπονδυλικής σου στήλης να συντονίζεται με τις καλαμποκιές όταν τραγουδούν, με τις ύαινες όταν αγκαλιάζουν, με τα μωρά όταν κλαίνε, με τις εκπνοές όταν σκέφτονται, με τους κρατήρες όταν γελούν.
Με γέννησες με την αριστερή σου την μεριά, με τάισες με τη δεξιά σου όψη.
[ το κείμενο είναι εμπνευσμένο από το έργο "Η Γη" του Βασίλειου Κιλιτσλή. ]
( Ο Βασίλης ονειρεύεται και ντύνει τις Ευχές με χρώματα και σχέδια.
Με πρώτη ύλη την Φαντασία και υλικό το Υφασμα δημιουργεί συνθέσεις που Εύχονται, Αναπνέουν και Ταξιδεύουν.
Οι Ευχές και τα Ονειρα θα φιλοξενηθουν στο Δυάρι Cafe από την Παρασκευή 4 Νοεμβρίου ως και την Κυριακή 15 Νοεμβρίου
https://www.facebook.com/events/1216068575076582/ )
Βγήκες ήσυχα σαν θηρίο από την σπηλιά σου και με γέννησες. Σε μια ηλιόλουστη βραχώδη ταράτσα με έπλεξες σαν αυτοσχέδιο φυλαχτό στο πάθος σου. Κάπως έτσι είναι οι κραυγή. Κάπως έτσι κι ένα φιλί στο στόμα. Σαν σκόνη που σηκώνεται ψηλά και γίνεται πέπλο που διαθλά τους στόχους σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ όμορφο . όλο !! :D ^^
πως ένα μωβ χαμόγελο κάνει τη γη να απο-γειώνεται! :)
ΔιαγραφήΣε ευχαριστώ πολύ. Καληνύχτα...